Ο Θανάσης Βέγγος ανήκει στους τελευταίους της γενιάς ηθοποιών που χάρισε στη μεταπολεμική Ελλάδα άφθονο γέλιο. Πάντα αθόρυβος, σχεδόν ανθρωποφοβικός, απέφευγε τις συνεντεύξεις και στις λιγοστές δημόσιες εμφανίσεις του οι δημοσιογράφοι κρέμονταν από τα χείλη του κυριολεκτικά. Σε μία από αυτές έκανε απολογισμό στη ζωή του, λέγοντας χαρακτηριστικά πως:
"Ειλικρινά δεν πιστεύω ότι έκανα πάρα πολύ σπουδαία πράγματα στην καριέρα μου. Για ένα πράγμα όμως σας διαβεβαιώ. Ότι στη γαλέρα της ζωής μου τράβηξα άγριο κουπί..."
Η ουσία Θανάση μας είναι πως αυτό το "άγριο κουπί" σε κράτησε στην "επιφάνεια" του ελληνικού κινηματογράφου-θεάτρου και για τον χαρακτήρα τον οποίο σφυρηλάτησες στις προσωπικές σου δυσκολίες, σε αγάπησαν όλοι οι Έλληνες. Ήσουν ένας κωμικός ηθοποιός που μας αφήνει παρακαταθήκη αμέτρητες αγαπημένες σκηνές, ατάκες και προπαντός την αίσθηση του ήθους, του επαγγελματισμού και της σεμνότητας.
Καλό ταξίδι καλέ μας άνθρωπε....
Ο Θανάσης Βέγγος γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο στις 29 Μαΐου του 1927. Έφυγε από την ζωή λίγες μέρες πριν κλείσει τα 84 του χρόνια. Καταγόταν από τα Θολάρια της Αιγιάλης από την πλευρά της μητέρας του Ευδοκίας, του γένους Ιωάννη Σμυρνή. Η γιαγιά του η Μαρουλιώ ήταν πρακτική μαία στα Θολάρια της Αμοργού. 'Ήταν το μοναχοπαίδι του κυρ Βασίλη και της κυρα-Ευδοκίας. Ο πατέρας Βέγγος, υπάλληλος στο εργοστάσιο της Ηλεκτρικής Εταιρίας στο Φάληρο, αγωνίστηκε επί Κατοχής για να το σώσει από την ανατίναξη που σχεδίαζαν οι Γερμανοί.
Oι μαρτυρίες λένε πως το εργοστάσιο σώθηκε χάρη στις προσπάθειες αυτού ακριβώς του ανθρώπου, ο οποίος μετά τον πόλεμο εκδιώχθηκε από την δουλειά του εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων. Γεγονός το οποίο προκάλεσε σοβαρό οικονομικό πρόβλημα στην οικογένεια του Θανάση και ο ίδιος αναγκάστηκε για πολλά χρόνια να ασχολείται με επεξεργασίες δερμάτων, ενώ παράλληλα έκανε διάφορα μικροθελήματα στη γειτονιά του.
Αλλά και ο Θανάσης αντιμετώπισε στη συνέχεια την εκδικητικότητα του κράτους. Κατά τα ταραγμένα χρόνια του εμφύλιου υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία ως εξόριστος στην Μακρόνησο και όταν απολύθηκε έκανε διάφορες δουλειές για τα προς τα ζην. Στη Μακρόνησο, το κολαστήριο και τόπο μαρτυρίου για χιλιάδες αριστερούς φαντάρους αλλά και πολίτες, συνδέθηκε φιλικά με τον Νίκο Κούνδουρο, τον άνθρωπο που θα άλλαζε την πορεία της ζωής του.
Tο 1953 ο Κούνδουρος τον κάλεσε να παίξει στη «Μαγική πόλη», την πρώτη ταινία της καριέρας του: υποδύεται τον πωλητή λεμονιών στη λαχαναγορά, μέλος μιας παρέας νεαρών βιοπαλαιστών. Ο ήρωας λέγεται Θανάσης. O Βέγγος παίζει τον εαυτό του. To όνομα μπαίνει αργότερα και στους τίτλους των ταινιών του («Ο Θανάσης, η Ιουλιέτα και τα λουκάνικα», «Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση;», «Θανάση, πάρε τ' όπλο σου», «Δικτάτωρ καλεί Θανάση», «Ο Θανάσης στη χώρα της σφαλιάρας» κτλ.), όταν βέβαια δεν μπαίνει το επώνυμό του («Είναι ένας τρελός τρελός Βέγγος», «Δόκτωρ Ζι-Βέγγος», «Ένας Βέγγος για όλες τις δουλειές»).
Στον «Δράκο», τη δεύτερη ταινία του Κούνδουρου, ο Βέγγος υποδύεται τον μπάρμαν σε ένα κέντρο διασκέδασης, ο οποίος είναι συγχρόνως και μπράβος του αρχηγού μιας συμμορίας απατεώνων. Εκεί τρώει και τις τρεις πρώτες θεαματικές φάπες, τις οποίες θα ακολουθήσουν και άλλες πολλές σε ολόκληρη την κινηματογραφική σταδιοδρομία του.
Έτσι ο εκφραστικός ηθοποιός με τη φαλάκρα, το συμπαθητικό πρόσωπο, την αβέβαιη έκφραση, μπήκε δυναμικά στον χώρο του κινηματογράφου, χωρίς να έχει προϋπηρεσία στο θέατρο. Ήταν ένας ερασιτέχνης που για να επιβιώσει έκανε ένα σωρό δουλειές κυρίως του φροντιστή σε ταινίες, δουλειές κοπιαστικές, επίπονες και αισχρά αμειβόμενες. Στη συνέχεια πήρε την άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος, γράφτηκε στο σωματείο, έπαιξε στο θέατρο και πήρε σημαντικότερους ρόλους.
Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος και ο Παντελής Βούλγαρης βρήκαν στο πρόσωπο του τον αρχετυπικό άνθρωπο του λαού που σε μεγάλη ηλικία πια και έχοντας ταλαιπωρηθεί στο νεανικό του βίο γίνεται σοφός. Μολονότι συμμετείχε σε αρκετές ενδιαφέρουσες και ονομαστές ταινίες («Το κορίτσι με τα μαύρα» του Μιχάλη Κακογιάννη, «Ο Μιμίκος και η Μαίρη» του Γρηγόρη Γρηγορίου, «Ο Ηλίας του 16ου» του Αλέκου Σακελλάριου, «Μανταλένα» του Ντίνου Δημόπουλου, «Ποτέ την Κυριακή» του Ζυλ Ντασσέν, «Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ» του Ροβήρου Μανθούλη, «Ήσυχες μέρες του Αυγούστου» του Παντελή Βούλγαρη, «Το βλέμμα του Οδυσσέα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, «Το αίνιγμα» του Γιάννη Σολδάτου), ως κινηματογραφικός τύπος καθιερώθηκε από άλλες κωμικές παραγωγές όπου ενσάρκωνε τον μέσο Έλληνα: τον φουκαρά, τον γκαφατζή, τον αγαθό, τον περιδεή, τον αγχωμένο, τον κυνηγημένο, αλλά και τον καπάτσο.
Συνολικά είχε παίξει σε 126 ταινίες, σε 52 από τις οποίες ως πρωταγωνιστής και είχε σκηνοθετήσει (πρωταγωνιστώντας ταυτόχρονα) ακόμη επτά ταινίες. Στην τηλεόραση εμφανίστηκε στις σειρές: "Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης" (ΑΝΤ1, 1990), "Έρωτας, όπως έρημος" (ΝΕΤ, 2003), "Περί ανέμων και υδάτων" (Mega, 2002), "Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου" (ΑΝΤ1, 2006), "Βεγγαλικά" (ΕΡΤ) και "Η Θεσσαλονίκη της νοσταλγίας μας" (ΕΤ3, 2009).
Παντρεύτηκε την Ασημίνα Βέγγου με την οποία απέκτησε δυο γιους και έζησε μαζί της μέχρι το τέλος της ζωής τουΑς απολαύσουμε για ακόμη μία φορά μερικές αξέχαστες σκηνές:
Ο Θανάσης Βέγγος είχε τιμηθεί με τα παρακάτω βραβεία:
Έτος | Φορέας | Βραβείο | Ταινία |
---|---|---|---|
1962 | Ένωση Ελλήνων κριτικών | ||
1971 | Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης | Α' Ανδρικού Ρόλου | Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση; |
1971 | Ένωση Ελλήνων κριτικών | Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση; | |
1972 | Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης | Ερμηνείας Α' Ανδρικού Ρόλου* | Θανάση, πάρε τ' όπλο σου |
1991 | Κρατικό βραβείο | Ερμηνείας Β' Ανδρικού Ρόλου | Ήσυχες μέρες του Αυγούστου |
1993 | Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης | Ειδικό βραβείο για το σύνολο του έργου του |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου